ζυγωματικός μυς

ζυγωματικός μυς
Μυς του προσώπου που διακρίνεται στον μείζονα ζ.μ. που εκφύεται από το ζυγωματικό τόξο και καταφύεται στη γωνία του στόματος, της οποίας επιτυγχάνεται η έλξη με τη σύσπαση του μυός αυτού, και στον ελάσσονα ζ.μ. που εκφύεται από την παρειακή επιφάνεια του ζυγωματικού οστού και καταφύεται στο άνω χείλος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ζυγωματικός — ή, ό χαρακτηρισμός διαφόρων ανατομικών στοιχείων τού προσώπου (α. «ζυγωματικά οστά» ζεύγος τετράπλευρων οστών τής άνω γνάθου που βρίσκονται το καθένα στις δύο πλάγια τού προσώπου και αποτελούν το υπόθεμα τών λεγόμενων μήλων β. «ζυγωματικός μυς» γ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”