- ζυγωματικός μυς
- Μυς του προσώπου που διακρίνεται στον μείζονα ζ.μ. που εκφύεται από το ζυγωματικό τόξο και καταφύεται στη γωνία του στόματος, της οποίας επιτυγχάνεται η έλξη με τη σύσπαση του μυός αυτού, και στον ελάσσονα ζ.μ. που εκφύεται από την παρειακή επιφάνεια του ζυγωματικού οστού και καταφύεται στο άνω χείλος.
Dictionary of Greek. 2013.